- ψευδο-γράφος
ψευδο-γράφος, falsch schreibend, zeichnend, bes. eine mathematische Figur, Arist. soph. el. 11.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ψευδο-γράφος, falsch schreibend, zeichnend, bes. eine mathematische Figur, Arist. soph. el. 11.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ευδ(ο)- — ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο ουσιαστικό ψεύδος*. Τα σύνθετα στα οποία εμφανίζεται είναι προσδιοριστικού τύπου, δηλαδή το α συνθετικό προσδιορίζει το β συνθετικό (πρβλ. ψευδομάρτυρας, ψευδ ώνυμος) … Dictionary of Greek
κακογράφος — ο, η (Μ κακογράφος) αυτός που γράφει δυσανάγνωστα, που έχει κακό γραφικό χαρακτήρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κακ(ο) * + γράφος* (πρβλ. ορθο γράφος, ψευδο γράφος). Ο τονισμός στην παραλήγουσα προσδίδει ενεργητική σημ. στη λέξη, αντίθετα προς τον τονισμό στην … Dictionary of Greek