χαλκεο-τευχής

χαλκεο-τευχής

χαλκεο-τευχής, in Erz gerüstet, Kapaneus, Eur. Suppl. 1024.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • νεοτευχής — νεοτευχής, ές (Α) (ποιητ. τ.) νεότευκτος. [ΕΤΥΜΟΛ. < νε(ο) * + τευχής (< τεῦχος), πρβλ. χαλκεο τευχής] …   Dictionary of Greek

  • τοξοτευχής — ές, Α οπλισμένος με τόξο («εἰ τοξοτευχεῑς ἦτε», Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τόξον + τευχής (< τεῦχος, τό), πρβλ. χαλκεο τευχής] …   Dictionary of Greek

  • χρυσοτευχής — ές, Α αυτός που έχει χρυσά όπλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο) * + τευχής (< τεῦχος «όπλο» < τεύχω «κατασκευάζω, φτειάχνω»), πρβλ. χαλκεο τευχής] …   Dictionary of Greek

  • χαλκεοτευχής — και εσφ. γρφ. χαλκοτευχής, ές, Α οπλισμένος με χάλκινα όπλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < χαλκεο (βλ. λ. χαλκ[ο] ) + τευχής (< τεῦχος «αντικείμενο, όπλο»), πρβλ. ἀ τευχής, τοξο τευχής] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”