- χαλκό-φωνος
χαλκό-φωνος, = χαλκεόφωνος (?).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χαλκό-φωνος, = χαλκεόφωνος (?).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χαλκ(ο)- — ΝΜΑ α συνθετικό λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στη λ. χαλκός και δηλώνει ότι η λ. έχει σχέση, αναφέρεται στον χαλκό (πρβλ. χαλκο ειδής, χαλκο πώλης), ενώ σπανιότερα χρησιμοποιείται και μεταφορικά με την έννοια τού… … Dictionary of Greek