χελῑδονίζω

χελῑδονίζω

χελῑδονίζω, 1) zwitschern wie die Schwalben; übrtr., die Schwalben an Geschwätzigkeit nachahmen, unvernehmlich oder falsch sprechen; Aesch. frg. 440 (vgl. χελιδών); Schol. Ar. Av. 1680. – 2) im Namen der Schwalbe betteln, indem man umherzieht und das Schwalbenlied singt, nach Athen. VIII, 360 b bei den Rhodiern üblich im Monat Boedromion, wo auch ein Schwalbenlied mitgetheilt ist. S. auch ἀγείρω.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • χελίδονίζω — ΝΜΑ [χελιδών, όνος] 1. τερετίζω σαν χελιδόνι, φλυαρώ ακατάπαυστα 2. τραγουδώ το τραγούδι τού χελιδονισμού από πόρτα σε πόρτα («εἶδος δὲ τι τοῡ ἀγείρειν χελιδονίζειν οἱ Ῥόδιοι καλοῡσιν», Αθήν.) …   Dictionary of Greek

  • χελιδονίζειν — χελιδονίζω twitter like a swallow pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χελιδονισμός — ὁ, Α [χελιδονίζω] το τραγούδι που έψαλλαν τα παιδιά, από πόρτα σε πόρτα, στην αρχή τού Βοηδρομιώνος στην αρχαία Ρόδο, κρατώντας στεφάνι με ομοίωμα χελιδονιού, για να προϋπαντήσουν τον ερχομό τών χελιδονιών και τής άνοιξης …   Dictionary of Greek

  • χελιδονιστές — οι / χελιδονισταί, ΝΑ [χελιδονίζω] τα παιδιά που συμμετέχουν στο έθιμο τού χελιδονίσματος …   Dictionary of Greek

  • χελιδόνισμα — το, Ν [χελιδονίζω] παλαιότατο χαρακτηριστικό έθιμο τής 1ης Μαρτίου, κατά το οποίο το πρωί τής ημέρας αυτής παιδιά επισκέπτονται τα σπίτια κατά ομάδες κρατώντας ένα ξύλινο ομοίωμα χελιδονιού, στολισμένο με άνθη και χλωρά κλαδιά, και τραγουδούν τον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”