χειρο-τεχνίτης

χειρο-τεχνίτης

χειρο-τεχνίτης, , = Vorigem, Schol. Aesch. Prom. 891.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κλυτοτέχνης — κλυτοτέχνης, ο (Α) διάσημος τεχνίτης («τοῖσιν δ Ἥφαιστος κλυτοτέχνης ἦρχ ἀγορεύειν», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κλυτός + τέχνης (< τέχνη), πρβλ. γλωσσο τέχνης, χειρο τέχνης] …   Dictionary of Greek

  • υαλοτέχνης — ο / ὑαλοτέχνης, ΝΜΑ, και ὑελοτέχνης Α αυτός που επεξεργάζεται την ύαλο νεοελλ. τεχνίτης ειδικευμένος στην κατασκευή γυάλινων και, ειδικότερα, κρυστάλλινων αντικειμένων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕαλος / ὕελος + τέχνης (< τέχνη), πρβλ. κηρο τέχνης, χειρο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”