- χειρο-τυπής
χειρο-τυπής, ές, mit den Händen schlagend od. geschlagen, πάταγος Mel. 60 (V, 175).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χειρο-τυπής, ές, mit den Händen schlagend od. geschlagen, πάταγος Mel. 60 (V, 175).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ιοτυπής — ἰοτυπής, ές (Α) αυτός που χτυπήθηκε με βέλη («ἰοτυπὴς ὄρνις», Ανθ. Παλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰός (ΙI) + τυπής (< τύπτω), πρβλ. στερνο τυπής, χειρο τυπής] … Dictionary of Greek
μηροτυπής — μηροτυπής, ές (Α) αυτός που χτυπάει τους μηρούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < μηρός + τυπής (< τύπτω «χτυπώ» πρβλ. πλευρο τυπής, χειρο τυπής] … Dictionary of Greek