- χαρίσιος [2]
χαρίσιος, ὁ, eine Art Kuchen, Eubul. bei Ath. XV, 668 d, vgl. XIV, 646 c.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χαρίσιος, ὁ, eine Art Kuchen, Eubul. bei Ath. XV, 668 d, vgl. XIV, 646 c.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Χαρίσιος — of thanksgiving masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χαρίσιος — of thanksgiving masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χαρίσιος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ρήτορας από την Αττική του 4ου αι., σύγχρονος του Δημητρίου του Φαληρέα. 2. Ρωμαίος νομομαθής του 4ου αι. Έζησε στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Έγραψε: De muneribus civilibus, De testibus και De officio… … Dictionary of Greek
Μεγδάνης, Χαρίσιος — (Κοζάνη 1768 – 1823). Κληρικός και λόγιος. Σπούδασε στη γενέτειρά του, στο Λιβάδι Ολύμπου και αργότερα στην Πέστη της Ουγγαρίας, όπου έμεινε τρία χρόνια, ασκώντας παράλληλα το επάγγελμα του οικοδιδάσκαλου. Το 1794 χειροτονήθηκε ιερέας, ενώ… … Dictionary of Greek
Παπαμάρκου, Χαρίσιος — (1844 – 1896). Παιδαγωγός. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας. Δίδαξε ως καθηγητής στη Στρώμνιτσα (1866 69) και στη Θεσσαλονίκη (1869 71). Το 1871 στάλθηκε ως υπότροφος του Συλλόγου προς διάδοσιν των ελληνικών γραμμάτων… … Dictionary of Greek
χαρίσιον — χαρίσιος of thanksgiving masc acc sg χαρίσιος of thanksgiving neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Χαρισίου — Χαρίσιος of thanksgiving masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χαρισίου — χαρίσιος of thanksgiving masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Χαρισίους — Χαρίσιος of thanksgiving masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χαρισίους — χαρίσιος of thanksgiving masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Χαρισίῳ — Χαρίσιος of thanksgiving masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)