- χριστο-φόρος
χριστο-φόρος, Christus tragend, K. S.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χριστο-φόρος, Christus tragend, K. S.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ναματοφόρος — ναματοφόρος, ον (Α) (μτφ. για τον Χριστό) αυτός που φέρει το ζων ύδωρ. [ΕΤΥΜΟΛ. < νᾶμα, ατος + φόρος (< φέρω), πρβλ. δορατο φόρος, κερατο φόρος] … Dictionary of Greek
χριστοφόρος — I Όνομα 3 αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Καταγόταν από χώρα της Ανατολής που δεν προσδιορίστηκε και ονομαζόταν Ρέπρεβος. Βαφτίστηκε στην Αντιόχεια από τον επίσκοπο Βαβύλα και τότε ονομάστηκε X. Πέθανε με αποκεφαλισμό στη Λυκία επί Δεκίου … Dictionary of Greek
σωματοφόρος — ον, ΜΑ (για τον Χριστό) αυτός που φέρει, που έχει σώμα μσν. αυτός που μεταφέρει νεκρό αρχ. (για έδαφος) αυτός που περιέχει μεταλλικές ουσίες. [ΕΤΥΜΟΛ. < σῶμα, σώματος + φόρος (< φέρω)] … Dictionary of Greek
τροπαιοφόρος — α, ο / τροπαιοφόρος, ον, ΝΜΑ, θηλ. και ος, Ν αυτός που έχει τρόπαια, νικητής («Νίκη χρυσῆ τροπαιοφόρος», Διόδ.) μσν. προσωνυμία τών χριστιανών που υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο για την πίστη τους στον Ιησού Χριστό αρχ. 1. (για θεό) αυτός που παρέχει … Dictionary of Greek
Αναστάσιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Α. ο μάρτυς. Η μνήμη του τιμάται στις 25 Οκτωβρίου. 2. Επίσκοπος Ιεροσολύμων. Η μνήμη του τιμάται στις 10 Φεβρουαρίου. 3. Α. ο ιερομάρτυς. Διετέλεσεεπίσκοπος Αντιοχείας και ασκήτεψε στο Σινά. Πέθανε … Dictionary of Greek