προ-αφ-αυαίνω

προ-αφ-αυαίνω

προ-αφ-αυαίνω, vorher austrocknen, Philo.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • προαφαυανθέντα — πρό , ἀπό αὐαίνω dry aor part pass neut nom/voc/acc pl (attic) προαφαυανθέντα , πρό , ἀπό αὐαίνω dry aor part pass masc acc sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαφαυαίνω — Α αποξηραίνω κάτι εκ τών προτέρων. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἀπό + αὐαίνω / αὑαίνω «ξεραίνω»] …   Dictionary of Greek

  • ξηρός — και ξερός, ή, ό, θηλ. και ξηρά (ΑΜ ξηρός, ά, όν, Α θηλ. και ξηρή) 1. αυτός που δεν περιέχει υγρασία, ο χωρίς νερό, στεγνός, άνυδρος (α. «ξερό ποτάμι» β. «χείμαρρους ξηροὺς ὕδατος», Αρρ.) 2. αυτός που έχει αποβάλει την ικμάδα του, τη ζωηρότητά του …   Dictionary of Greek

  • προαυαίνω — Α αποξηραίνω προηγουμένως. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + αὐαίνω «ξεραίνω, στεγνώνω»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”