- φιλ-ηδονία
φιλ-ηδονία, ἡ, Liebe, Hang zum Vergnügen, Plut. ed. lib. 16.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φιλ-ηδονία, ἡ, Liebe, Hang zum Vergnügen, Plut. ed. lib. 16.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μισηδονία — και δωρ. τ. μισαδονία, ἡ (Α) το μίσος, η απέχθεια για τις ηδονές. [ΕΤΥΜΟΛ. < μισῶ* + ηδονία μέσω ενός αμάρτυρου *μισήδονος (< μισῶ + ήδονος < ἡδονή), πρβλ. φιλ ηδονία] … Dictionary of Greek