- φιλο-ψευδής
φιλο-ψευδής, ές, Lügen liebend, gern, gewöhnlich lügend, Il. 12, 164; Lügenfreund, Plat. Rep. VI, 485 d.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φιλο-ψευδής, ές, Lügen liebend, gern, gewöhnlich lügend, Il. 12, 164; Lügenfreund, Plat. Rep. VI, 485 d.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μισοψευδής — μισοψευδής, ές (Α) αυτός που μισεί τα ψεύδη. [ΕΤΥΜΟΛ. < μισῶ* + ψευδής (< ψεῦδος), πρβλ. α ψευδής, φιλο ψευδής] … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… … Dictionary of Greek