- φιλο-πόλεμος
φιλο-πόλεμος, poet. φιλοπτόλεμος, kriegliebend, kriegerisch; Hom. in der Il. oft, immer in der poet. Form; Plat. Tim. 24 d; Sp., wie Plut. Rom. 14. – Adv., διετέϑησαν Isocr. 8, 97.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φιλο-πόλεμος, poet. φιλοπτόλεμος, kriegliebend, kriegerisch; Hom. in der Il. oft, immer in der poet. Form; Plat. Tim. 24 d; Sp., wie Plut. Rom. 14. – Adv., διετέϑησαν Isocr. 8, 97.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λυσιπόλεμος — λυσιπόλεμος, ὁ (Α) ονομασία πολεμικής μηχανής που εφευρέθηκε από τον Δωρίωνα. [ΕΤΥΜΟΛ. < λυσι * + πόλεμος (< πελεμίζω), πρβλ. μισο πόλεμος, φιλο πόλεμος] … Dictionary of Greek
μισοπόλεμος — μισοπόλεμος, ον (Α) αυτός που μισεί τον πόλεμο, που αποστρέφεται τον πόλεμο. [ΕΤΥΜΟΛ. < μισῶ* + πόλεμος (πρβλ. φιλο πόλεμος)] … Dictionary of Greek
πολυπόλεμος — ον, Μ έμπειρος πολεμιστής. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + πόλεμος (πρβλ. φιλο πόλεμος)] … Dictionary of Greek
φυγοπόλεμος — η, ο / φυγοπόλεμος, ον, ΝΜΑ, και επικ. τ. φυγοπτόλεμος Α αυτός που αποφεύγει τον πόλεμο, δειλός νεοελλ. στρατιώτης που επιδιώκει να μην ενταχθεί σε μάχιμες μονάδες αρχ. (για συμπεριφορά ή στάση) αυτός που φανερώνει φόβο, δειλία για τον πόλεμο… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… … Dictionary of Greek
Περού — Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον Iσημερινό (Eκουαδόρ), και την Kολομβία, στα Α με τη Bραζιλία, και τη Bολιβία και στα Ν με τη Xιλή. Στα Δ, το Περού βρέχεται από τον Eιρηνικό Ωκεανό.To όνομα Περού, που προέρχεται από την… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Ιστορία (Αρχαιότητα) — ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (600000 1100 π.Χ.) Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται ότι η ζωή ξεκίνησε στον ελλαδικό χώρο από το 100 000 π.Χ. (Παλαιολιθική εποχή). Όμως, η χρονική περίοδος που ιστορικά παρουσιάζει εξαιρετικό… … Dictionary of Greek
τιμή — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται η ποσότητα χρήματος που δίνεται σε αντάλλαγμα αγαθών ή υπηρεσιών ή, πιο συγκεκριμένα, η αξία των αγαθών και των υπηρεσιών εκφραζόμενη σε χρήμα. Συχνά, αντί για τη λέξη τ., προτιμούν να χρησιμοποιούν, ειδικά στην… … Dictionary of Greek
Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek