- προ-ΰπ-ειμι
προ-ΰπ-ειμι (s. εἰμί), vorher dasein, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
προ-ΰπ-ειμι (s. εἰμί), vorher dasein, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
προ- — α συνθετικό πολλών λ. όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στην πρόθεση πρό. Το προ συντίθεται με ονόματα, ρήματα και, σπανιότερα, με επιρρήματα και προσδίδει βασικά τη σημ. τής προτεραιότητας ως προς τον τόπο, τον χρόνο ή την τάξη … Dictionary of Greek
προεισιόντων — πρό , εἰσ εἰμί sum pres part act masc/neut gen pl (doric) προεισιόντων , πρό εἴσειμι enter pres imperat act 3rd pl προεισιόντων , πρό εἴσειμι enter pres part act masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προέξειμι — (I) Α βγαίνω προς τα έξω. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἔξειμι (Ι) «φεύγω, βγαίνω έξω»]. (II) Α αποκτώ κέρδος, ωφελούμαι. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἐξ + εἰμί «είμαι»] … Dictionary of Greek
προενόντος — πρό , ἐν εἰμί sum pres part act masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προένεστι — πρό , ἐν εἰμί sum pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Accentuation Du Grec Ancien — L accentuation du grec ancien distingue trois accents : aigu (´), grave ( ) et circonflexe (῀) ; ils indiquent une élévation de la voix au niveau de la voyelle frappée par l accent. L accent aigu peut être porté par une voyelle brève ou … Wikipédia en Français
Accentuation du grec — ancien L accentuation du grec ancien distingue trois accents : aigu (´), grave ( ) et circonflexe (῀) ; ils indiquent une élévation de la voix au niveau de la voyelle frappée par l accent. L accent aigu peut être porté par une voyelle… … Wikipédia en Français
Accentuation du grec ancien — L accentuation du grec ancien distingue trois accents : aigu (´), grave ( ) et circonflexe (῀) ; ils indiquent une élévation de la voix au niveau de la voyelle frappée par l accent. L accent aigu peut être porté par une voyelle brève ou … Wikipédia en Français
εις — (I) και εισέ και σε και σ( ) προ φωνήεντος ή τών πλαγίων πτώσεων τού άρθρου (AM εἰς και ές) πρόθ. που δηλώνει: 1. μέσα («..χύνονται στη θάλασσα», «οἵ τ εἰς ἅλαδε προρρέουσιν») 2. κίνηση προς, σε τόπο («πήγες εις το Μεσολόγγι», «εἰσέβαλε... ἐς… … Dictionary of Greek
Liste griechischer Phrasen/Beta — Beta Inhaltsverzeichnis 1 Βάλανε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα … Deutsch Wikipedia
φρούδος — α, ο / φροῡδος, ούδη, ον, ΝΜΑ, θηλ. και ος Α μάταιος, ανώφελος, άχρηστος (α. «φρούδες ελπίδες» β. «λόγοι πρὸς αἰθέρα φροῡδοι», Ευρ.) μσν. φρ. «εἰς φροῡδον» σε καταστροφή, σε αφανισμό αρχ. 1. αυτός που έχει εξαφανιστεί, που έχει γίνει άφαντος 2.… … Dictionary of Greek