τῆνος

τῆνος

τῆνος,


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Τῆνος — the person there fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τήνος — Νησί των Κυκλάδων, ΒΑ της Σύρου και ΝΑ της Άνδρου, το τέταρτο σε έκταση (194,26 τ. χλμ.) και πληθυσμό του νησιωτικού συμπλέγματος. Διοικητικά αποτελεί επαρχία του νομού Κυκλάδων με πρωτεύουσα την κωμόπολη Τήνο ή Χώρα, που είναι χτισμένη στη νότια …   Dictionary of Greek

  • Τήνος — Sp Tinas Ap Τήνος/Tinos L s. ir mst. Kikladų ss., Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • τῆνος — ἐκεῖνος the person there masc nom sg (doric) τῆνος the person there masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τήνος — η νησί των Κυκλάδων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Τήνω — Τῆνος the person there fem nom/voc/acc dual Τῆνος the person there fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γεωργαντάς, Δημήτριος — (Τήνος 1851 ή 1855 – Αθήνα 1933). Ζωγράφος. Σπούδασε στην Ακαδημία του Μονάχου και στη Ρώμη. Η τεχνοτροπία του συνδυάζει τον ρεαλισμό με την προσήλωση στο σχέδιο, ενώ τα θρησκευτικής έμπνευσης έργα του κινούνται στο πλαίσιο των νεοαναγεννησιακών… …   Dictionary of Greek

  • Ζαλώνης, Μάρκος Φίλιππος — (Τήνος 1782 – ;). Ιατροφιλόσοφος. Σπούδασε ιατρική στο Παρίσι και αναγορεύτηκε διδάκτορας για την ιστορικο ανθρωπολογική μελέτη του Ταξίδιον εις Τήνον (1809). Διετέλεσε γιατρός του μεγάλου βεζίρη Γιουσούφ και άσκησε το λειτούργημα του γιατρού… …   Dictionary of Greek

  • Μαυρουδής, Κώστας — (Τήνος 1948 –). Νομικός και λογοτέχνης. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη λογοτεχνία το 1968 με τη δημοσίευση ποιημάτων του στο περιοδικό με τον τίτλο Λωτός. Από το 1978 εκδίδει το λογοτεχνικό… …   Dictionary of Greek

  • Τῆνε — Τῆνος the person there fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τῆνοι — Τῆνος the person there fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”