τοξο-φόρος

τοξο-φόρος

τοξο-φόρος, Bogen tragend; Beiw. der Artemis, Il. 21, 483; Pind. Ol. 6, 59; Κρῆτες, P. 5, 39, wie Ar. Th. 970; des Apollo, H. h. Ap. 13. 126; der Bogenschütze, Her. 1, 103 u. im Orac. 9, 43; Eur. Troad. 802 Rhes. 32.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κιστοφόρος — Ασημένιο νόμισμα πολλών αρχαιοελληνικών πόλεων της Μικράς Ασίας. Στη μία πλευρά του απεικόνιζε τη μυστική διονυσιακή κίστη, απ’ όπου αναπηδούσε ένα φίδι μέσα από ένα στεφάνι φτιαγμένο με κισσό ή δάφνη, και στην άλλη ένα τόξο μέσα στη θήκη του,… …   Dictionary of Greek

  • ζυγός — Συσκευή με την οποία μπορούμε να κρίνουμε την ισορροπία μεταξύ μιας γνωστής δύναμης και μιας άγνωστης για να οδηγηθούμε έτσι από τη γνώση του μεγέθους της μίας στον προσδιορισμό του μεγέθους της άλλης. Με την πιο κοινή έννοια, στον όρο ζ.… …   Dictionary of Greek

  • πτηνοτοξοπυρφόρος — ον, Μ αυτός που φέρει, που έχει στη διάθεσή του πτέρυγες, τόξο και φωτιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < πτηνός «φτερωτός» + τόξον + πῦρ + φόρος* (< φέρω)] …   Dictionary of Greek

  • τοξοφόρος — ο, η, ΝΑ, θηλ. και α Ν αυτός που φέρει, που κρατάει τόξο αρχ. 1. προσωνυμία τού Απόλλωνος, τής Αρτέμιδος και τού Ηρακλέους 2. (το αρσ. στον πληθ.) oἱ τοξοφόροι α) οι τοξότες β) προσωνυμία τών Κρητών, τών Φρυγών, τών Μήδων και τών Περσών. [ΕΤΥΜΟΛ …   Dictionary of Greek

  • Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”