- τεκνο-φθορία
τεκνο-φθορία, ἡ, das Verderben od. Tödten der Kinder, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τεκνο-φθορία, ἡ, das Verderben od. Tödten der Kinder, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ζωοφθορία — (I) ζωοφθορία, ἡ (Α) έκτρωση, αποβολή, άμβλωση, έκτρωμα, εξάμβλωμα, τέρας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ζω(ο) (Ι)* + φθορια (< φθορος < φθείρω), πρβλ. αλληλο φθορία, οικο φθορία]. (II) ζῳοφθορία, ἡ (Α) διαφθορά ζώων, σαρκική μίξη με ζώα, κτηνοβασία.… … Dictionary of Greek
ορνεοφθορία — ὀρνεοφθορία, ἡ (Α) σαρκική επαφή με πτηνά, ορνεοβατία*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄρνεον + φθορία (< φθόρος < φθείρω), πρβλ. τεκνο φθορία] … Dictionary of Greek