τετρα-φάρμακος

τετρα-φάρμακος

τετρα-φάρμακος, aus vier Heilmitteln zusammengesetzt, Medic.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • τριφάρμακος — ον, Μ μτφ. (σχετικά με την κενοδοξία, αλαζονεία και ζηλοτυπία) αυτός που περιέχει τρία δηλητήρια («ἡ τρίσειρος ἅλυσις τῶν κακῶν, το τριφάρμακον κέρασμα τῶν παθῶν, ἡ τριττὴ γλώττα τῶν αἱρετικῶν», Νειλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + φάρμακος (<… …   Dictionary of Greek

  • πενταφάρμακος — ον, Α 1. (για έδεσμα) αυτός που αποτελείται από πέντε ειδών αρτύματα 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ πενταφάρμακον είδος εδέσματος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα * + φάρμακον (πρβλ. τετρα φάρμακος)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”