- ταχυ-γόνος
ταχυ-γόνος, schnell od. bald zeugend, bald Frucht bringend, Theophr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ταχυ-γόνος, schnell od. bald zeugend, bald Frucht bringend, Theophr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ταχύγονος — ον, Α αυτός που καρποφορεί γρήγορα («ταχυγονώτερα τὰ παλαιότερα σπέρματα», Θεόφρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ταχυ * + γονος (< γόνος < γίγνομαι), πρβλ. πολύ γονος] … Dictionary of Greek
παιδί — Από βιολογική άποψη θεωρείται π. ο άνθρωπος από τη γέννησή του μέχρι τα 9 του χρόνια ή και μέχρι τα 11 14, ανάλογα με τους επιστήμονες οι οποίοι έχουν ασχοληθεί με το θέμα. Η επιστήμη που ασχολείται με το π. είναι σχετικά νέα. Οι αρχαίοι… … Dictionary of Greek