- ταυρειών
ταυρειών, ῶνος, ὁ, ein Monat in Kozikos, Inscr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ταυρειών, ῶνος, ὁ, ein Monat in Kozikos, Inscr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Ταυρειών — ῶνος, ὁ, Α βλ. Ταυρών … Dictionary of Greek
ταυρείων — ταύρειος of bulls fem gen pl ταύρειος of bulls masc/neut gen pl ταύρειος of bulls masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ταυρών — και Ταυρειών και Ταυρεών, ῶνος, ὁ, Α ονομασία μήνα στην Αλεξάνδρεια, στη Μίλητο και στην Κύζικο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ταῦρος / ταύρε(ι)ος + επίθημα ών που απαντά σε ονομασίες μηνών (πρβλ. Κουρε ών, Ληναι ών)] … Dictionary of Greek