- τρᾱνότης
τρᾱνότης, ητος, ἡ, Deutlichkeit des Tones, Plut. Symp. 8, 3, 1.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τρᾱνότης, ητος, ἡ, Deutlichkeit des Tones, Plut. Symp. 8, 3, 1.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τρανότητα — τρανότης clearness fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τρανότητας — τρανότης clearness fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τρανότητι — τρανότης clearness fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τρανότητος — τρανότης clearness fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τρανότητα — η / τρανότης, ητος, ΝΑ [τρανής / τρανός] η ιδιότητα τού τρανού, το να είναι κάτι τρανό νεοελλ. το να είναι κανείς μεγάλος στην ηλικία, στο ανάστημα ή στον βαθμό … Dictionary of Greek
ՎԵՐԱՄԲԱՐՁՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 2 0808 Chronological Sequence: Unknown date, 5c, 8c, 10c գ. ἕπαρσις, ἁναγωγή, ἁναφορά , τὸ ἁνώφορον elevatio, supra petere τρανότης perspicuitas orationis. Ի վեր ամբարձումն, վերացումն. բարձրութիւն, գերազանցութիւն. վերաբերումն. վերածութիւն … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)