προ-σφάζω

προ-σφάζω

προ-σφάζω, = προσφάττω, προσφάζεται αἷμα νερτέροις Eur. Hel. 1271.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • προαποσφάζω — Α σκοτώνω πρωτύτερα («ἑαυτὸν προαπέσφαξε», Δίων. Κάσσ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἀποσφάζω «σφάζω, σκοτώνω»] …   Dictionary of Greek

  • προθύω — Α 1. προσφέρω θυσία προηγουμένως 2. ενεργώ ως προθύτης 3. μτφ. σφάζω κάποιον προηγουμένως («δέδια μὴ προθύσηταί με τοῡ πολέμου χεῑρα οὐ μικρὰν ἤδη περιβελβημένος», Λουκιαν.) 4. θυσιάζω για χάρη κάποιου. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + θύω «θυσιάζω»] …   Dictionary of Greek

  • προκατακόπτω — Α 1. κατακόβω, κατακομματιάζω εκ τών προτέρων 2. μτφ. φονεύω, σκοτώνω εκ τών προτέρων. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + κατακόπτω «κατακομματιάζω, πετσοκόβω, σφάζω»] …   Dictionary of Greek

  • προκατασφάζω — Α κατασφάζω εκ τών προτέρων («τὰ τέκνα προκατέσφαζον», Αππ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + κατασφάζω «σφάζω με αγριότητα, κατακρεουργώ»] …   Dictionary of Greek

  • προσφάζω — ΜΑ, και αττ. τ. προσφάττω Α σφάζω κάτι ή κάποιον πρώτο («πρῶτα μὲν τὸν υἱὸν ἐγγὺς προσαγωγὼν [προσ]έσφαξεν», Πλούτ.) αρχ. θυσιάζω κάτι ή κάποιον εκ τών προτέρων («ἱερεῑά τε προσφάττοντες πρὸ τῆς ἐκφορᾱς τοῡ νεκροῡ», Πλάτ.) …   Dictionary of Greek

  • προανέσφαξε — πρό , ἀνά σφάζω slay aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”