τρι-ημιολία

τρι-ημιολία

τρι-ημιολία, , s. τριηρημιολία.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • τριημιολία — ή τριηρημιολία, ἡ, Α ελαφρό πολεμικό πλοίο χωρίς κατάστρωμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + ἡμιολία «ελαφρό πλοίο με κουπιά». Ο τ. τριηρημιολία (< τριήρης + ἡμιολία) πρέπει μάλλον να διορθωθεί σε τριημιολία] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”