- τρικτύς
τρικτύς, ἡ, = τριττύς, Sophron. bei Ath. XI, 480 b, l. d.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τρικτύς, ἡ, = τριττύς, Sophron. bei Ath. XI, 480 b, l. d.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τρικτύς — ύος, ἡ, Α βλ. τριττύς … Dictionary of Greek
τριττύς — και τριτύς και δ. γρφ. τρικτύς, ύος, η, ΜΑ, και αιολ. τ. τριπτύς Α 1. ο αριθμός τρία 2. η τριάδα αρχ. 1. τριπλή θυσία, θυσία τριών ζώων 2. το ένα τρίτο κάθε φυλής τού αθηναϊκού κράτους, που υπηρετούσε την πολιτική και στρατιωτική οργάνωση τής… … Dictionary of Greek
-τυς — τυος, Α αρχαϊκό καταληκτικό σύστημα ρηματικών ονομάτων, δηλωτικών τού ποιού ενεργείας συνωνύμων τών θηλ. σε σις (πρβλ. βιβρώσκω: βρω τύς «βρώση», ἀλαόω: ἀλαω τύς «τύφλωση», βοάω: βοη τύς «βοή»). Η κατάληξη ανάγεται στην Ινδοευρωπαϊκή * tu /* tw… … Dictionary of Greek
τετρακτύς — ύος, η, ΝΑ (κατά τους Πυθαγορείους) το άθροισμα τών τεσσάρων πρώτων αριθμών (1 + 2 + 3 + 4), δηλαδή ο αριθμός 10, τον οποίο θεωρούσαν ως ρίζα και πηγή κάθε δημιουργίας και αποτελούσε μέγιστο ιερότατο όρκο νεοελλ. ο κύκλος τών τεσσάρων ελεύθερων… … Dictionary of Greek
τριττύα — και τρικτύα και τρίκτοια και τρίττοια και τρίκτευα και τρικτεύα και τρίττοα και τρίκτειρα, ἡ, Α θυσία τριών ζώων. [ΕΤΥΜΟΛ. < τριττύς / τρικτύς, κατά τα θηλ. σε α (πρβλ. ὄστρυς: ὀστρύα). Οι τ. τρίττοια / τρίκτοια και τρίττοα είναι πιθανότατα δ … Dictionary of Greek
τριττύαρχος — και δ. γρφ. τρικτύαρχος, ὁ, Α 1. ο επικεφαλής τριττύος τού αθηναϊκού κράτους 2. ο τριβούνος τού ρωμαϊκού κράτους 3. αξιωματικός τού στρατού. [ΕΤΥΜΟΛ. < τριττύς / τρικτύς + αρχος*] … Dictionary of Greek