- τριταιο-γενής
τριταιο-γενής, ές, im dreitägigen Fieber, durch dasselbe entstehend, ἀλγήματα Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τριταιο-γενής, ές, im dreitägigen Fieber, durch dasselbe entstehend, ἀλγήματα Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τριταιογενής — ές, Α αυτός που προέρχεται από τριταίο πυρετό. [ΕΤΥΜΟΛ. < τριταῖος + γενής (< γένος < γίγνομαι), πρβλ. πυρι γενής] … Dictionary of Greek