τρισσό-φωτος

τρισσό-φωτος

τρισσό-φωτος, in dreifachem Lichte, sp. D.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πεντάφωτος — η, ο / πεντάφωτος, ον, ΝΜΑ αυτός που έχει πέντε φώτα, δηλ. πέντε λαμπτήρες ή λυχνίες μσν. μτφ. (για το ανθρώπινο σώμα) αυτός που φωτίζεται από πέντε πηγές, που παίρνει πληροφορίες από πέντε πηγές, δηλαδή από τις πέντε αισθήσεις. [ΕΤΥΜΟΛ. <… …   Dictionary of Greek

  • τρίφωτος — η, ο / τρίφωτος, ον, ΝΜ νεοελλ. 1. αυτός που έχει τρία φώτα 2. το ουδ. ως ουσ. το τρίφωτο φωτιστικό με τρεις λαμπτήρες μσν. τριλαμπής. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + φωτος (< φῶς, φωτός), πρβλ. τρισσό φωτος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”