σολοικία

σολοικία

σολοικία, ἡ, = σολοικισμός, Luc. de salt. 27, 80 σολοικίας δεινὰς ἐν τῇ ὀρχήσει ἐπιδείκνυνται.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • σολοικία — σολοικίᾱ , σολοικία fem nom/voc/acc dual σολοικίᾱ , σολοικία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σολοικίᾳ — σολοικίᾱͅ , σολοικία fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σολοικία — ἡ, Α [σόλοικος] 1. σφάλμα στη χρήση τών λέξεων ή στην ακολουθία τών προτάσεων, σολοικισμός 2. φρ. «Περὶ σολοικίας» τίτλος έργου τού Αμμωνίου …   Dictionary of Greek

  • σολοικίας — σολοικίᾱς , σολοικία fem acc pl σολοικίᾱς , σολοικία fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σολοικίαν — σολοικίᾱν , σολοικία fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”