σκηνο-ποιός

σκηνο-ποιός

σκηνο-ποιός, Zelte, Hütten, Lauben machend; com. bei Poll. 7, 189; N. T.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • θανατοποιός — θανατοποιός, όν (AM) αυτός που προκαλεί ή επιφέρει τον θάνατο. [ΕΤΥΜΟΛ. < θάνατος + ποιος (< ποιώ), πρβλ. θαυματο ποιός, σκηνο ποιός] …   Dictionary of Greek

  • ιδιοποιός — ἰδιοποιός, όν (Α) αυτός που ενεργεί για τον εαυτό του ή ξεχωριστά από τους άλλους. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιδιο * + ποιός (< ποιώ), πρβλ. σκηνο ποιός, ταραχο ποιός] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”