προς-μονή

προς-μονή

προς-μονή, , das Verbleiben, Beharren wobei (?).


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μοναστήρι ή μονή — Συγκρότημα κτιρίων διατεταγμένων γύρω από έναν ναό και προορισμένων να εξυπηρετήσουν τη διαμονή και τη διαβίωση των μοναχών. Τα μ. εμφανίζονται από τους πρώτους ήδη αιώνες του χριστιανισμού· αναφέρονται συγκεντρώσεις μοναχών, ασκητών ή αναχωρητών …   Dictionary of Greek

  • Οσίου Λουκά, μονή — Μοναστήρι στους δυτικούς πρόποδες του Ελικώνα, μεταξύ Βοιωτίας και Φωκίδας. Κατά τη βυζαντινή και τη μεταβυζαντινή περίοδο αποτελούσε περίφημο πνευματικό και μοναστικό κέντρο της Ελλάδας. Ιδρύθηκε από τον Όσιο Λουκά τον Στειριώτη (Καστρί,… …   Dictionary of Greek

  • Κοίμησης της Θεοτόκου, μονή — Ονομασία 33 μοναστηριών. 1. Αγνούντος. Μοναστήρι, το οποίο δεν λειτουργεί, στον νομό Αργολίδος. Βλ. λ. Αγνούντος, μονή. 2. Ανθηρού. Μοναστήρι, το οποίο δεν λειτουργεί, στον νομό Καρδίτσης. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Θεσσαλιώτιδας και… …   Dictionary of Greek

  • Λουκούς, μονή — Βυζαντινό μοναστήρι του 12ου ή 13ου αι., 5 χλμ. Δ του Άστρους της Κυνουρίας. Μολονότι είναι δύσκολο να ετυμολογηθεί η ονομασία του, φαίνεται πιθανή η υπόθεση ότι παράγεται από τη λατινική λέξη lucus (= ιερό άλσος), αφού ακόμη και στη σύγχρονη… …   Dictionary of Greek

  • Βλαττάδων ή Βλατταίων, μονή — Ιστορικό μοναστήρι της Θεσσαλονίκης, χτισμένο στο παλιό βόρειο τμήμα της πόλης, κοντά στο τείχος του Επταπυργίου. Ιδρύθηκε στα μέσα του 14ου αι. από τους Κρητικής καταγωγής αδελφούς Μάρκο και Δωρόθεο Βλαττή, τον μετέπειτα μητροπολίτη Θεσσαλονίκης …   Dictionary of Greek

  • Καραϊσκάκη, μονή — Ανδρικό μοναστήρι του νομού Καρδίτσης, το οποίο υπάγεται στη μητρόπολη Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων. Σύμφωνα με επιγραφή στον δεξιό τοίχο της εκκλησίας της, η μονή ανακαινίστηκε το 1657. Η τοπική παράδοση τοποθετεί εκεί τη γέννηση του… …   Dictionary of Greek

  • Σάββα Αγίου, μονή — Ιστορικό μοναστήρι, σήμερα πατριαρχικός ναός, στην Αλεξάνδρεια. Η γραφή Σάββα σπανίζει στους παλιούς κώδικες. Η ιστορία του αλεξανδρινού μοναστηριού, χάνεται στο σκοτάδι των αιώνων. Φαίνεται πως η αρχική ονομασία του, ήταν Άγιος Μάρκος. Υπάρχει… …   Dictionary of Greek

  • Αγίας Κυριακής, μονή — Ονομασία τριών μοναστηριών. 1. Γυναικείο μοναστήρι σε μικρή απόσταση από το χωριό Λουτρό, προς την πλευρά του Αλιάκμονα. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Βεροίας και Ναούσης. 2. Γυναικείο μοναστήρι στην πρώην επαρχία Φυλλίδας του νομού Σερρών, κοντά… …   Dictionary of Greek

  • Αγίων Αναργύρων, μονή — Ονομασία μοναστηριών. 1. Ανδρικό μοναστήρι στην Αρναία του νομού Χαλκιδικής. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αδραμερίου. 2. Γυναικείο μοναστήρι στον νομό Αργολίδος, στον δρόμο από το Κρανίδι προς την Ερμιόνη. Εξαρτάται από τη …   Dictionary of Greek

  • Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, μονή — Ανδρικό μοναστήρι του νομού Λακωνίας, ΒΑ της Σπάρτης, το οποίο εξαρτάται από τη μητρόπολη Μονεμβασίας και Σπάρτης. Πρωτοχτίστηκε τον 14ο αι., αλλά ξαναχτίστηκε, σε κοντινή προς το αρχικό θέση, στις αρχές του 17ου αι. Το καθολικό του αγιογραφήθηκε …   Dictionary of Greek

  • Κλειστών, μονή — Γυναικείο μοναστήρι του νομού Αττικής, προς τιμήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, το οποίο εξαρτάται από τη μητρόπολη Αττικής. Βρίσκεται στις νοτιοδυτικές υπώρειες της Πάρνηθας, κοντά στο αρχαίο φρούριο της Φυλής, σε απόσταση περίπου 4 χλμ. Β του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”