σφραγῑδιον

σφραγῑδιον

σφραγῑδιον, τό, dim. von σφραγίς, Ar. Thesm. 427.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Σφραγίδιον — signet neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφραγίδιον — signet neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφραγίδιον — τὸ, Α [σφραγίς, ίδος] υποκορ. μικρή σφραγίδα …   Dictionary of Greek

  • Σφραγιδίων — Σφραγίδιον signet neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφραγιδίων — σφραγίδιον signet neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σφραγίδια — Σφραγίδιον signet neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφραγίδια — σφραγίδιον signet neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ГЕММА —    • Gemma,          λίθος, искусно резанный драгоценный камень. Уже в глубокой древности занимались искусством гравировки и полировки благородных камней; они привозились из Индии и Египта в Малую Азию и Грецию. Но здесь они были… …   Реальный словарь классических древностей

  • ANNULI Episem — ANNULI Ἐπίσημοι dicebantur qui gemmam habebant. Pollux, δακτύλιον, δακτυλίδιον, σφραγίδιον, σφραγίδας. Ο῞υτω γὰρ τους ἐπισήμους δακτνλίους ὠνόμαζον τοῦς τὰ σήμαντρα ἢ λίθους εν αὐτοῖς ἔχοντας. Σφραγὶς namque annuli gemma est; quâ qui carebant,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • σφραγίδα — η / σφραγίς, ίδος, ΝΜΑ, λόγιος τ. σφραγίς Ν, και ιων. τ. σφρηγίς και αιολ. τ. αιτ. σφρᾱγιν Α 1. αντικείμενο από κατεργασμένο λίθο ή από μέταλλο, καουτσούκ ή πλαστικό, το οποίο έχει έγγλυφες ή ανάγλυφες παραστάσεις, γράμματα, λέξεις, φράσεις ή… …   Dictionary of Greek

  • Κιθαιρώνας — Όρος (ψηλότερη κορυφή Προφήτης Ηλίας, 1.409 μ.) στα δυτικά όρια των νομών Βοιωτίας και Αττικής. Ανήκει στο δυτικό βοιωτικό αττικό (χαμηλού ύψους και επίμηκες) ορεινό σύστημα και αποτελεί την ανατολική νοτιοανατολική προέκταση του Ελικώνα, με τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”