συν-άπᾱς

συν-άπᾱς

συν-άπᾱς, συνάπᾱσα, συνάπαν, wie σύμπας, allesammt, alle zusammen, gew. im plur.; Her. 1, 98. 134. 178. 5, 49 u. sonst; αἱ ξυνάπασαι ἐπιστῆμαι Plat. Phil. 13 e, u. öfter; der sing. bes. bei Collectivis, τὸ συνάπαν στράτευμα, das gesammte Heer, Her. 7, 187; von Gegenden u. Ländern, 2, 39. 112. 9, 45; μουσικὴν συνάπασαν Plat. Soph. 224 a; Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • συνάπας — ασα, αν, Α σύμπας. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ἅπας, ἅπασα, ἅπαν] …   Dictionary of Greek

  • επτά — και εφτά (AM ἑπτά) (απόλ. αριθμ.) 1. ο αριθμός που αποτελείται από έξι συν μία μονάδες, ο μεταξύ τού έξι και τού οκτώ 2. χρησιμοποιείται για να δηλώσει απροσδιόριστο πλήθος, αμέτρητες φορές (α. «στό είπα εφτά φορές» β. «ὁ γὰρ ἑπτά ἀριθμός παρὰ τῇ …   Dictionary of Greek

  • ολόκληρος — η, ο (ΑΜ ολόκληρος, ον) 1. αυτός που έχει πλήρη όλα τα μέρη του, άρτιος, πλήρης, συνολικός, ακέραιος («εἰς μακρὸν γῆρας ἀφικέσθαι ἐν ὑγιαινούσῇ τῆ ψυχῇ καὶ ὁλοκλήρῳ τῷ σώματι», Λουκιαν.) 2. μεγάλος, σημαντικός, αξιόλογος («έχασε στα χαρτιά… …   Dictionary of Greek

  • σπλάγχνο — το / σπλάγχνον, ΝΜΑ, και σπλάχνο Ν και σπλάγχανον Α 1. συν. στον πληθ. τα σπλάγχνα α) τα όργανα τού σώματος που βρίσκονται μέσα στις μεγάλες κοιλότητες τού οργανισμού, στην κρανιακή, στη θωρακική, στην κοιλιακή και στην πυελική β) τα σωθικά,… …   Dictionary of Greek

  • συνεπιμαρτυρώ — έω, MA επιμαρτυρώ κι εγώ, παρέχω κι εγώ τη διαβεβαίωση μου (α. «παρέξομαι τοῑς λόγοις. συνεπιμαρτυροῡντα τὰ πράγματα», Άνν. Κομν. β. «συνεπιμαρτυροῡντος τοῡ θεοῡ σημείοις», ΚΔ γ. «συνεπιμαρτυρεῑ ὁ βίος ἅπας», Αριστοτ.) αρχ. αστρολ. (για πλανήτες) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”