συν-αίτιος

συν-αίτιος

συν-αίτιος, auch 3 Endgn, Mitursache, mit bewirkend, ἡ ξυναιτία φόνου, Aesch. Ag. 1087, τινι τινος, πόλις συναιτία, Isocr. 5, 33, wenn man dies nicht als subst. συναιτία betrachten will; Plat. vrbdt δοξάζεται δὲ ὑπὸ τῶν πλείστων οὐ ξυναίτια, ἀλλ' αἴτια εἶναι τῶν πάντων, Tim. 46 d, wie οὐκ αἰτίων ὄντων τῶν κακῶν, ἀλλ' ἴσως συναιτίων, Gorg. 519 b, vgl. Polit. 287 b; συναιτίας οὔσας 281 c; aber πάσας ξυναιτίους εἴπωμεν ib. e, τῶν ἀγαϑῶν ὤν, Xen. Cyr. 5, 5, 33.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; …   Православная энциклопедия

  • συμπαραίτιος — ον, Α αυτός που είναι υπαίτιος για κάτι μαζί με κάποιον άλλο. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + παραίτιος «αίτιος, υπεύθυνος για κάτι»] …   Dictionary of Greek

  • συναφίστημι — ΜΑ, και συναφιστάνω Μ, και ιων. τ. συναπίστημι και παθ. τ. συναπίσταμαι και αττ. τ. ξυναφίστημι Α παθ. συναφίσταμαι επαναστατώ μαζί ή ταυτόχρονα με άλλον μσν. αποχωρώ, αποσύρομαι αρχ. 1. γίνομαι αίτιος τής αποστασίας κάποιου 2. κινώ σε επανάσταση …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”