συν-δικάζω

συν-δικάζω

συν-δικάζω, mitrichten; Ζεύς σοι τάδε συνδικάσει, Eur. Med. 157; Plat. Legg. VI, 768 b; Lys. 30, 14.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ευθύνω — (ΑΜ εὐθύνω) [ευθύς] κάνω κάτι ευθύ, ευθειάζω, ισιάζω («ευθύνω μέταλλο») νεοελλ. 1. καθιστώ κάποιον υπεύθυνο, βαρύνω κάποιον με ευθύνες 2. (συν. μέσ.) ευθύνομαι είμαι υπεύθυνος, φέρω ευθύνη («θα τιμωρηθούν όσοι ευθύνονται για τις βομβιστικές… …   Dictionary of Greek

  • συνθεμιστεύω — Μ λέω και εγώ επίσης το δίκαιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + θεμιστεύω «δικάζω, κρίνω» (< θέμις[Ι] «δικαιοσύνη»)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”