- συν-εκ-θειάζω
συν-εκ-θειάζω, mit od. zugleich unter die Götter versetzen, Plut. de frat. am. g. E.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συν-εκ-θειάζω, mit od. zugleich unter die Götter versetzen, Plut. de frat. am. g. E.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θείος — (I) α, ο (AM θεῑος, α , ον, Α επικ. τ. θέειος και θεήιος, αιολ. τ. θήιος, λακων. τ. σείος) 1. αυτός που κατάγεται ή προέρχεται από τον θεό (ή τους θεούς) ή ο σταλμένος από θεό («θεῑον γένος», Ομ. Ιλ.) 2. αυτός που ανήκει ή είναι αφιερωμένος σε… … Dictionary of Greek