- προς-αντίος
προς-αντίος, = προςάντης, Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
προς-αντίος, = προςάντης, Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
αντί — (I) και αντίς πρόθ. (AM ἀντί) 1. (για τόπο) απέναντι, αντίκρυ «στάθηκε αντί στο πέλαγο κι αντί στ άγριο το κύμα» (δημοτ. τραγ.) «μηδ ἀντ ἠελίου τετραμμένος ὀρθὸς ὁμιλεῑν» (Ησίοδ.) 2. σε αντάλλαγμα, σε αντικατάσταση «παρὰ δὲ Ἑρμιονέων νῆσον ἀντὶ… … Dictionary of Greek
καταντία — καταντία, ἡ (Α) [κατάντης] 1. το κρέμασμα προς τα κάτω 2. (ως επίρρ.) καταντίον* («πόντου καταντία κυμαίνοντος»). [ΕΤΥΜΟΛ. Ως ουσ. < κατ(α) * + ἀντία, θηλ. τού ἀντίος (< ἀντί). Ως επίρρ. πιθ. < φρ. κατ’ ἀντία, όπου ἀντία επίρρ. <… … Dictionary of Greek