- συμ-πλήρωμα
συμ-πλήρωμα, τό, was zum ganz Vollmachen oder um Vollzähligmachen gehört, Tim. Locr. 96 b.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συμ-πλήρωμα, τό, was zum ganz Vollmachen oder um Vollzähligmachen gehört, Tim. Locr. 96 b.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… … Dictionary of Greek