- προς-εξ-ικμάζω
προς-εξ-ικμάζω, noch dazu austrocknen, Plut. Symp. 6, 3, 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
προς-εξ-ικμάζω, noch dazu austrocknen, Plut. Symp. 6, 3, 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ικμάδα — η (ΑΜ ἰκμάς, άδος) η υγρασία τής γης και η θρεπτική της δύναμη την οποία απομυζούν τα φυτά νεοελλ. στοιχείο ζωτικότητας, η δύναμη για ζωή αρχ. 1. φυσική υγρασία 2. κάθε είδος ζωικών χυμών ή εκκρίσεων 3. σταγόνα, στάλα 4. φρ. «ἰκμὰς Βάκχου» το… … Dictionary of Greek