στράτευμα

στράτευμα

στράτευμα, τό, wie στρατεία, Heereszug, Feldzug; ἐπὶ Σάμον, Her. 3, 49, u. öfter; τήνδε ἐβούλευσαν κέλευϑον καὶ στράτευμ' ἐφ' Ἑλλάδα, Aesch. Pers. 744; στρέψαι στράτευμ' εἰς Ἄργος, Soph. O. C. 1418; – gew. Kriegsheer; στράτευμ' ἐπακτὸν ἐμβαλὼν ᾕρει πόλιν, Aesch. Spt. 1010, Περσικῷ στρατεύματι μάχην συνάψαι, Pers. 327, u. oft, so auch Soph., Eur. u. in Prosa, Thuc u. Folgde; ἱππικόν, Reiterei, Xen. Cyr. 3, 3. 26.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • στράτευμα — expedition neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στράτευμα — το, ΝΜΑ, και στράτεμα Ν [στρατεύω (Ι)] συντεταγμένη στρατιωτική δύναμη, στρατός νεοελλ. σύνολο πολλών συντεταγμένων στρατιωτικών μονάδων ενός κράτους ή και το σύνολο τών ενόπλων δυνάμεων μιας χώρας αρχ. 1. εκστρατεία, στρατεία* 2. το ναυτικό 3.… …   Dictionary of Greek

  • στράτευμα — το στρατός ή τμήμα στρατού: Τα εχθρικά στρατεύματα εισέβαλαν στη χώρα μας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • στράτευμ' — στράτευμα , στράτευμα expedition neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατευμάτοιν — στράτευμα expedition neut gen/dat dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατευμάτων — στράτευμα expedition neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατεύμασι — στράτευμα expedition neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατεύμασιν — στράτευμα expedition neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατεύματα — στράτευμα expedition neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατεύματε — στράτευμα expedition neut nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατεύματι — στράτευμα expedition neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”