στρατιῶτις

στρατιῶτις

στρατιῶτις, ιδος, ἡ, fem. zu στρατιώτης, Kriegerinn. – Adj., ἀρωγά, Aesch. Ag. 47; ναῠς, Transportschiff mit Soldaten, Thuc. 6, 43, Xen. Hell. 1, 1, 36; – μυῖαι, Luc. musc. enc. 12; – τέχναι, Plut. Marcell. 14.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • στρατιῶτις — fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατιώτις — ώτιδος, ἡ, ΜΑ βλ. στρατιώτης …   Dictionary of Greek

  • στρατιωτίδων — στρατίωτις martial fem gen pl στρατιω̱τίδων , στρατιῶτις fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατιώτιδα — στρατίωτις martial fem acc sg στρατιώ̱τιδα , στρατιῶτις fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατιώτιδας — στρατίωτις martial fem acc pl στρατιώ̱τιδας , στρατιῶτις fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατιώτιδες — στρατίωτις martial fem nom/voc pl στρατιώ̱τιδες , στρατιῶτις fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατιώτιδι — στρατίωτις martial fem dat sg στρατιώ̱τιδι , στρατιῶτις fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατιώτιδος — στρατίωτις martial fem gen sg στρατιώ̱τιδος , στρατιῶτις fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατιώτισι — στρατίωτις martial fem dat pl στρατιώ̱τισι , στρατιῶτις fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατιώτισιν — στρατίωτις martial fem dat pl στρατιώ̱τισιν , στρατιῶτις fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατιῶτι — στρατιῶτις fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”