σπερματῖτις

σπερματῖτις

σπερματῖτις, s. σπερματίς.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • σπερματίτις — (II) ἡ, Α βλ. σπερματίτης …   Dictionary of Greek

  • σπερματίτης — (I) ὁ, θηλ. σπερματῑτις, ίτιδος, Α 1. σπερματικός («σπερματίτης λόγος») 2. (κυρίως στη φρ.) «σπερματίτιδες φλέβες» πιθ. οι σπερματικές φλέβες, αλλ. σπερματίδες φλέβες. [ΕΤΥΜΟΛ. < σπέρμα, ατος + κατάλ. ίτης / ῖτις (πρβλ. σελην ίτης / ίτις)] …   Dictionary of Greek

  • σπερματίτιδες — σπερματί̱τιδες , σπερματῖτις spermatic fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπερματίτισιν — σπερματί̱τισιν , σπερματῖτις spermatic fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”