- σπαρτα-γενής
σπαρτα-γενής, ές, den Strauch Spartos hervorbringend, Appian. Hisp. 12.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σπαρτα-γενής, ές, den Strauch Spartos hervorbringend, Appian. Hisp. 12.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σπαρταγενής — ές, Α (για τόπο) αυτός που παράγει άφθονα σπάρτα. [ΕΤΥΜΟΛ. < σπάρτα, πληθ. τού σπάρτον + γενής (< γένος < γίγνομαι)] … Dictionary of Greek