πάλλαξ

πάλλαξ

πάλλαξ, ακος, ὁ, ἡ, eigtl. = νέος, Jüngling, Mädchen, bes. der Geliebte, die Geliebte, u. vorzugsweise das Kebsweib, im Gegensatze zur rechtmäßigen Gattinn, VLL., die auch πάλληξ anführen und es auf πάλλω zurückführen, das Alter, in welchem der menschliche Körper die größte Schwungkraft besitzt; vgl. aber das lat. pellex, und μέλλαξ, μεῖραξ. Auch Παλλάς, άδος, soll nach den Alten damit zusammenbangen. Vgl. Strab. XVII, 816.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πάλλαξ — πάλλαξ, ακος, ὁ, ἡ, και πάλληξ, ὁ (Α) 1. νέος λίγο πριν από την εφηβική ηλικία 2. το θηλ. α) νέα γυναίκα β) παλλακίδα 3. (κατά τον Ησύχ.) «πάλληξ βούπαις». [ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. τ. σχηματισμένος από το ουσ. παλλακή* με αθέματη μορφή] …   Dictionary of Greek

  • πάλλαξ — youth masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πάλλακα — πάλλαξ youth masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πάλλακες — πάλλαξ youth masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πάλλακι — πάλλαξ youth masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πάλλακος — πάλλαξ youth masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πάλλαξι — πάλλαξ youth masc dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παλλάκιον — παλλάκιον, τὸ (Α) [πάλλαξ, ακος] 1. υποκορ. τού πάλλαξ 2. (κατά τον Ησύχ.) «παλλάκιον μειράκιον» …   Dictionary of Greek

  • Misthi, Cappadocia — Aerial photo of Misthi / Konaklı today. Misthi also Mistí, Mysty; Misli; Misti, Greek (η) Μισθεία, (το) Μισθί; (το) Μιστί; (η) Μισθή; (η) Μυστή; (το) Μισθίον; (τα) Μίσθια, in Turkish Mišti, Misti, Muštilia, Konaklı (current name), was a Greek… …   Wikipedia

  • Παλλάς — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 28 Μαρτίου 1802 από τον Όλμπερς. Είναι ένας από τους λαμπρότερους αστεροειδείς, με διάμετρο περίπου 500 χλμ. Η επιφάνειά του έχει περισσότερες ανωμαλίες από εκείνες της Σελήνης. Απέχει από τον Ήλιο 2 …   Dictionary of Greek

  • πάλλας — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 28 Μαρτίου 1802 από τον Όλμπερς. Είναι ένας από τους λαμπρότερους αστεροειδείς, με διάμετρο περίπου 500 χλμ. Η επιφάνειά του έχει περισσότερες ανωμαλίες από εκείνες της Σελήνης. Απέχει από τον Ήλιο 2 …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”