- πάπραξ
πάπραξ, ακος, ὁ, ein thracischer Sumpfsisch, Her. 5, 16.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πάπραξ, ακος, ὁ, ein thracischer Sumpfsisch, Her. 5, 16.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πάπραξ — ακος, ό, Α είδος ψαριού που ζούσε στις λίμνες τής Θράκης. [ΕΤΥΜΟΛ. Λ. πιθ. θρακικής προέλευσης. Κατά μία άποψη, ο τ. θα μπορούσε να συνδεθεί με τα: πέρκη «πέρκα», περκνός «μαύρος, μελανόστικτος», πρακνόν μέλανα (Ησύχ.), ενώ, κατ άλλους, η λ.… … Dictionary of Greek
πάπρακας — πάπραξ masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
perk̂-2, prek̂- — perk̂ 2, prek̂ English meaning: spotted Deutsche Übersetzung: “gesprenkelt, bunt”, often zur Bezeichnung gesprenkelter, farbig getupfter Tiere Material: With n formant: O.Ind. pr̥sni “mottled, speckled, *tabby, varicolored”, Gk.… … Proto-Indo-European etymological dictionary