- πολύ-γνωτος
πολύ-γνωτος, viel od. sehr bekannt, γένος, Pind. N. 10, 37.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πολύ-γνωτος, viel od. sehr bekannt, γένος, Pind. N. 10, 37.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πολύγνωτος — Όνομα δύο αρχαίων Ελλήνων καλλιτεχνών. 1. Ζωγράφος από τη Θάσο (α΄ μισό του 5ου αι. π.Χ.), γιος του ζωγράφου Αγλαοφώντα, από τον οποίο διδάχτηκε την τέχνη του. Τίποτα δεν σώζεται από τα έργα του, τα οποία ωστόσο περιγράφει λεπτομερώς ο Παυσανίας … Dictionary of Greek
γίνομαι — (AM γίγνομαι και γίνομαι) 1. δημιουργούμαι, αποκτώ ζωή, υπόσταση 2. (για γεωργικά προϊόντα) παράγομαι 3. συμβαίνω, πραγματοποιούμαι 4. καθίσταμαι, αποβαίνω 5. είμαι, υπάρχω 6. (για αριθμητικά ποσά) προκύπτω, εξάγομαι από πράξεις ή υπολογισμό 7.… … Dictionary of Greek
Liste griechischer Wortstämme in deutschen Fremdwörtern — Griechische Wortstämme sind im Deutschen überwiegend in Fachausdrücken zu finden, die entweder direkt dem Griechischen entstammen oder Neubildungen sind. Von einer begrenzten Anzahl dieser Wortstämme wurden und werden zahlreiche wissenschaftliche … Deutsch Wikipedia