- πολυ-οινία
πολυ-οινία, ἡ, Reichthum od. Ueberfluß an Wein; καὶ μέϑη Plat. Legg. II, 666 b; Sp., wie Plut.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πολυ-οινία, ἡ, Reichthum od. Ueberfluß an Wein; καὶ μέϑη Plat. Legg. II, 666 b; Sp., wie Plut.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κακοοινία — κακοοινία, ἡ (Μ) κακή ποιότητα οίνου. [ΕΤΥΜΟΛ. < κακ(ο) * + οινία (< οἶνος), πρβλ. ηδυ οινία, πολυ οινία] … Dictionary of Greek