- πολυ-κτησία
πολυ-κτησία, ἡ, = πολυκτημοσύνη, Ath. VI, 233 c.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πολυ-κτησία, ἡ, = πολυκτημοσύνη, Ath. VI, 233 c.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παγκτησία — παγκτησία, ἡ (Α) παντελής κατοχή. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + κτησία (< κτήσιος < κτητός < κτῶμαι), πρβλ. πολυ κτησία] … Dictionary of Greek
Κόνων — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος στρατηγός (444; – 389 π.Χ.). Γιος του πλούσιου Αθηναίου Τιμοθέου, ανέλαβε σε πολλές μάχες τη θέση του στρατηγού από το 414 έως το 413. Όταν ηττήθηκε ο Αλκιβιάδης στην Κύμη, του ανατέθηκε η ηγεμονία των… … Dictionary of Greek