πολυ-σταγής

πολυ-σταγής

πολυ-σταγής, ές, viel od. stark träufelnd, – adv., Schol. Ap. Rh. 3, 804, Conj. für πολυστεγῶς.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πολυσταγής — ές, Α αυτός που στάζει πολύ. επίρρ... πολυσταγῶς Α με πολλές σταγόνες. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + σταγής (< στάζω*), πρβλ. αιμο σταγής] …   Dictionary of Greek

  • αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”