παν-αίτιος

παν-αίτιος

παν-αίτιος, Ursache von Allem seiend, die ganze Schuld tragend, Aesch. Ag. 1465 Eum. 191 u. Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • παναίτιος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. (180 – 110 π.X.) Έλληνας στωικός φιλόσοφος από τη Ρόδο. Πήγε στη Ρώμη, κέρδισε τη φιλία του Σκιπίωνος Αιμιλιανού και τον συνόδευσε σε μιαν αποστολή του στην Αίγυπτο και στην Ασία. Επηρέαζε πολύ τον κύκλο του Σκιπίωνα …   Dictionary of Greek

  • ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; …   Православная энциклопедия

  • ПРОКЛ —     ПРОКЛ (Πρόκλος) Диадох (8/7.02.412, Константинополь 17.04.485, Афины), выдающийся философ неоплатоник, глава Афинской неоплатонической школы, систематизатор важнейших направлений античной философской мысли и мифологической традиции, оказавший …   Античная философия

  • προξενώ — προξενῶ, έω, ΝΜΑ [πρόξενος] προκαλώ κάτι, γίνομαι αίτιος να γίνει κάτι (α. «ξίφος έξω από τη θήκη / πλέον ανδρείαν σού προξενεί», Σολωμ. β. «ταύτην σοι τὴν εὐδαιμονίαν προξενοῡμεν», ΚΔ γ. «οἱ ταύτην Καίσαρι τὴν τιμὴν προξενοῡντες», Πλούτ.) μσν.… …   Dictionary of Greek

  • σφάλμα — το, ΝΜΑ [σφάλλω] παράπτωμα, λάθος (α. «δεν ομολογεί ποτέ το σφάλμα του» β. «πᾱν πρῆγμα τίκτει σφάλματα, ἐκ τῶν ζημίαι μεγάλαι φιλέουσι γίνεσθαι», Ηρόδ.) νεοελλ. 1. αβλεψία, ανακρίβεια («ο λόγος του είναι γεμάτος φραστικά σφάλματα») 2. μαθημ. η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”