παν-είδεος

παν-είδεος

παν-είδεος, = Folgdm, Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • υπερείδεος — εία, ον, Α υπεράνω τού είδους, αυτός που δεν μπορεί να ενταχθεί σε ένα είδος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + εἶδος «σχήμα, μορφή» (πρβλ. παν είδεος)] …   Dictionary of Greek

  • πανείδεος — ον, Α (για τον θεό) αυτός που έχει ή μπορεί να πάρει οποιαδήποτε μορφή, πανειδής*. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + εἶδος «σχήμα, μορφή» (πρβλ. αν είδεος)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”