- σαωτήρ
σαωτήρ, ῆρος, ὁ, poet. = σωτήρ, Simon. 54 (VII, 77).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σαωτήρ, ῆρος, ὁ, poet. = σωτήρ, Simon. 54 (VII, 77).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σαωτήρ — ῆρος, ὁ, Α (ποιητ. τ.) βλ. σωτήρας … Dictionary of Greek
ЗЕВС — • Ζεύς, Iupiter, сын Кроноса и Реи (Hesiod. theog. 453), отсюда Κρονίων, Κρονίδης, Saturnius; брат Посейдона, Гадеса, Гестии, Деметры и Геры, муж Геры, могущественнейший и высочайший из богов греческого народа, державный властитель… … Реальный словарь классических древностей
σωτήρας — Όνομα τεσσάρων οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (63 κάτ., υψόμ. 330), στην επαρχία Θάσου του νομού Καβάλας. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (10 τ.χλμ., 401 κάτ.), στην οποία ανήκει και άλλος ένας μικρότερος οικισμός, η Σκάλα Σωτήρα (338 κάτ.,… … Dictionary of Greek